#Άρατε Πύλας

O Άγιος Νεκτάριος της Αιγίνης, άνοιξε τα μάτια Του!!!

Τα πνευματικά γεγονότα, μας αφήνουν άφωνους, όταν η άυλη θεία υπόσταση, εκτυφλωτικά λαμπερή στο να σκιάζει το σκοτάδι, ενώνει με τη γήινη. Φεβρουάριο 2016, όλο το διαδίκτυο μιλούσε για τον Άγιο Νεκτάριο της Αιγίνης, που άνοιξε τα μάτια του ημέρα ανακομιδής των ιερών του λειψάνων, 2 και 3 Σεπτεμβρίου 2015, με πηγή μετάδοσης «Το Σμαράγδι», πνευματική ιστοσελίδα που παραχώρησε τη θέση της στο Love News. Τώρα, στο νέο του ‘’σπίτι’’ ο Άγιος, και στην κατηγορία «Άρατε Πύλας», βοηθός όλου του κόσμου, Αμήν.

Ήταν καιρός, που ένιωθα να βαραίνει στους ώμους μου ο ίδιος ο χρόνος, σα να μη περνούσε, σα να με είχε κουράσει και να τον είχα κουράσει κι εγώ. Μήνες γεμάτοι ένταση κι ευθύνες, έψαχνα τη ζωή μου, σε μία δράση που με ήθελε στρατιώτη στην πρώτη γραμμή, κι εγώ ένιωθα πάντα στην τελευταία.

Κι ήρθε μια μέρα, από άλλον χρόνο θαρρώ, μέρα που με προκαλούσε να την ακολουθήσω. Τα πάντα επάνω μου πονούσαν, ήθελα να ξεκουραστώ. Η ιδέα να πάω στο Μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, έμοιαζε Κάλεσμα, που έριχνε τον σπόρο του στην καρδιά και στη διαίσθηση συνάμα. Κάπου εκεί, μία πρόταση ‘’πρόκληση’’… Δελεαστική η Μύκονος το Σεπτέμβρη, μα μήπως εγώ κινούσα τα νήματα, την ώρα που χάρηκα τάχα, και κατά πόσο αυτή η χαρά, ήταν σε θέση ν’ αναμετρηθεί με το ιερό προμήνυμα που με τραβούσε Αλλού;

Πήγαινα άλλοτε συχνά στο Μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου, μα τώρα ήταν αλλιώς. Ωστόσο, κάποια πράγματα, δε λέγονται εύκολα ή ακριβώς όπως τα βιώνεις και τα εννοείς, για να μην τα αλλοιώσουν τα αυτιά που δεν πιστεύουν και σκανδαλίζουν και άλλους, αλλά κι ο ίδιος σου ο εαυτός, αφού κι εσύ που τα βιώνεις, στην αρχή τουλάχιστον, νιώθεις αδύναμος να τα πιστέψεις ολοκληρωτικά. Συμβαίνει όμως κάποτε, από μόνα τους αυτά τα Γεγονότα να προκαλούν δημοσιότητα, άσχετα αν λόγω της περιέργειας και της αμφιβολίας του, ο άνθρωπος, δεν είναι ικανός ν’ αγγίξει την ουσία σε βάθος. Έτσι, ακροβατεί σε λόγια του που δεν έχουν λόγο, σε πράξεις και σκέψεις που ζημιώνουν την ψυχή, και γίνεται θανάσιμος για τον εαυτό του και για πολλούς.

Η πίστη στο Θεό κι ο σεβασμός στο σύμπαν Του, είναι ο μόνος δρόμος σωτηρίας, και υπέρβαση απόδειξης της πνευματικής μας ύπαρξης και δύναμης. Η πίστη, κάνει τον άνθρωπο χαρούμενο σε όλες του τις διαστάσεις. Η απιστία, κάνει ένα ιερό γεγονός, μη εξηγήσιμο στα γήινα μάτια˙ υπέρβαση αρνητική, με τον ‘’έξυπνο’’ άνθρωπο, καταστροφικά θριαμβευτή, στη σιδερένια του αμφισβήτηση.

2 Σεπτεμβρίου 2015, την επόμενη δηλαδή μέρα μετά την πρόταση για Μύκονο, βρέθηκα να ταξιδεύω, ινκόγκνιτο, για Αίγινα. Ξεκίνησα νωρίς το πρωί, δίχως προετοιμασία, δεν το είχα αποφασίσει από βραδύς. Ξύπνησα, κι απλά έφυγα αμέσως απ’ το σπίτι. Το τονίζω αυτό, μήτε σκέψη δεν έκανα. Κι ενώ δε κοίταξα τα δρομολόγια, φτάνοντας Πειραιά έτρεχα να προλάβω. Ψάχνοντας λαχανιασμένη να βρω την πύλη αναχώρησης, ακούω μια φωνή, «για Αίγινα, ελάτε, φεύγουμε». Γύρισα το κεφάλι να δω. Ο άνθρωπος αυτός με κοιτούσε. Αστραπή ανέβηκα στο καράβι, που όντως μόλις ξεκινούσε, με το νου μου στο κενό καθ’ όλη τη διαδρομή. Κι όταν φάνηκε το ευλογημένο νησί, πάλι έτρεχα να προλάβω ένα λεωφορείο που δεν ήξερα πότε φεύγει και που πάει, μα λίγο πριν κλείσει η πόρτα του, μια δεύτερη αστραπή στα πόδια μου έγινε φτερά και πέταξα στη θέση μου.

Το Μοναστήρι! Ωραίο, μεγαλόπρεπο! Μα άρχισα μέσα μου να γκρινιάζω, γιατί είχε πάρα πολύ κόσμο…

«Ήρθα εδώ να ηρεμήσω. Σε λίγο τελειώνω το βιβλίο μου, το ‘’Εαυτέ μου μη με εμποδίζεις να ζω’’, πρέπει να πάρω δυνάμεις. Πώς θα ηρεμήσω με τόσο κόσμο; Μα όλοι εδώ είναι ευλογημένοι, αγιάζονται, μακάρι να ήταν πάντα έτσι. Καθένας ήρθε για κάτι, όπως κι εγώ», έλεγα μέσα μου. Και ρώτησα «γιατί τόσος κόσμος;» «Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου», μου απάντησαν. Άγνοια στην άδεια μου γνώση, ή το’ χα ξεχάσει και μου το θύμισε ο Θεός με αυτό τον τρόπο; Δε θ’ αναπτύξω εδώ, το οδοιπορικό της γήινης οπτικής στα θαυμαστά γεγονότα που αποκαλούμε ‘’συμπτώσεις’’, μεγάλο το θέμα, και… καθόλου ‘’συμπτώσεις’’.

Στον Ιερό Ναό του Αγίου Νεκταρίου 8μμ, μετά τον εσπερινό, η ολονυχτία ξεκίνησε. Η αγία λάρνακα, το Σκήνωμα του Αγίου Νεκταρίου… πολλοί πιστοί φωτογραφίζουν, ακόμη κι οι Μοναχές, με ευλάβεια. Και ρώτησα, γιατί το κάνουν αυτό.

«Κάθε τέτοια ημέρα, ανοίγουν την αγία λάρνακα, και στη γιορτή του επίσης. Κάποτε ο Άγιος άνοιξε τα μάτια του, κι όλα αυτά τα χρόνια πάντα κάτι κάνει τέτοια ημέρα», μου είπανε. «Φωτογραφίζουν να δουν τα μάτια του Αγίου ανοιχτά; Πώς γίνεται αυτό;» ψιθύρισα. 

Πλησίασα δειλά, τράβηξα τέσσερις φωτογραφίες. «Τι βγήκε, τι βγήκε; Άνοιξε τα μάτια του;» με ρωτούσαν. «Όχι βέβαια! Να, δείτε». «Όχι βέβαια», ναι, έτσι απαντούσα. Είχα ‘’βέβαιο’’ ότι δε θα συμβεί τίποτα. Αλλά και στις τέσσερις φωτογραφίες, πράγματι ο Άγιος είχε τα μάτια του κλειστά. Έκλεισα το κινητό μου τηλέφωνο και το έβαλα να φορτίσει σε μια πρίζα που ήταν δίπλα μου. Μα 20 λεπτά μόνο κράτησε η χάρη της σιωπής μου, κι άνοιξα το κινητό να σβήσω τις φωτογραφίες και να κρατήσω μόνο μία, για ευλογία.

Και είδα, την πρώτη φωτογραφία του Αγίου, με τα μάτια του κλειστά, όπως την είχα ξαναδεί.

Και είδα, τη δεύτερη φωτογραφία του Αγίου, με τα μάτια του κλειστά, όπως την είχα ξαναδεί.

Και είδα, την τρίτη φωτογραφία του Αγίου, με τα μάτια του ορθάνοιχτα αυτή φορά! Πάγωσα. Προχώρησα και στην τέταρτη φωτογραφία, με την καρδιά να χτυπάει σ’ όλο μου το κορμί απ’ αγωνία. Χλόμιασα. Και σε αυτή τη λήψη, που πριν φαινόταν ο Άγιος με μάτια κλειστά, τώρα ήταν με μάτια ανοιχτά!

Πώς, σε μία πραγματικότητα μιζέριας και κούρασης, κοιτούσαν τα δικά μου άθλια μάτια, τα ολοζώντανα μάτια ενός Αγίου; Ανάσες πολλές και φωνούλες γύρω μου γλυκές, δόξαζαν το Θεό για το θείο θαύμα. Ήρθαν κι οι Μοναχές και είδαν κι αυτές. Ήρθε και η Γερόντισσα και είδε και αυτή. «Δέκα χρόνια είχε να εμφανιστεί ο Άγιος έτσι», είπε συγκλονισμένη η Ηγουμένη, με το χέρι της στο σαγόνι.

Ένα γράμμα μπαίνει σε φάκελο και στέλνεται. Αν ο φάκελος είναι μικρός και το γράμμα μεγάλο, πώς θα φτάσει και που; Και άραγε, ήμουν ο φάκελος που χωρούσε ή δεν χωρούσε το ‘’γράμμα’’, ή ένας άγνωστος ‘’ταχυδρόμος’’; Τράβηξα τότε κι άλλες φωτογραφίες τον Άγιο, και χαιρόμουν να Τον βλέπω να μας αποκαλύπτεται! Από ένα σημείο και μετά, πολλοί έβλεπαν τον Άγιο να ανοίγει τα μάτια του, να δακρύζει ή να χαμογελάει. Είδα επίσης φωτογραφία, με τα μάτια του Αγίου ανοιχτά, και στο κινητό άλλης κοπέλας. Σημειώνω, πως η παρουσία του ήταν διαφορετική κάθε φορά. Όσο για τις Μοναχές εκεί, ζούνε τα θαύματα της γλυκιάς ταπείνωσης, πιστές στο έργο της ψυχής και στον αγώνα τους. Μα ο ανθρώπινος νους δεν ησυχάζει ποτέ, κι είπα ξαφνικά, «αν πράγματι είναι έτσι, γιατί να μη συμβεί και κάτι ακόμη, γιατί το θαύμα μόνο στα μάτια;» Τράβηξα τότε φωτογραφία όλο το Ιερό Σκήνωμα.

Και είδα, το τοποθετημένο ιερό λείψανο του Αγίου Νεκταρίου στο δεξί του χέρι, να επεκτείνεται έως τον ώμο του, και όχι μόνο. Εμφανίστηκε και στην αριστερή του πλευρά άγιο λείψανο, επίσης έως τον ώμο. Κάθε μου αμφισβήτηση έγινε σκόνη, που σάρωνε τη ντροπή απ’ τα βουρκωμένα μου μάτια, και σφράγιζε το νου με την ανοησία του έξω απ’ το κεφάλι μου, για να μη μ’ ενοχλεί πια. Κάθισα στην άκρη μου όλη νύχτα και δε μίλησα καθόλου, μήτ’ από μέσα μου.

Πως μπορούμε και ζούμε, με τόσο κενό και σε τόσο κενό, που οι ίδιοι φτιάχνουμε; Πως μπορούμε και ζούμε, με τόση απιστία και σε τόση απιστία, και τη χαιρόμαστε παθιασμένα; Πως μπορούμε και ζούμε, με τόση περηφάνια στο εγώ μας, και με μόνο σκοπό την επιβίωση, τα υλικά πλούτη, και το φθόνο για όσους τα έχουν; Τι ξέρουμε εμείς για όλους; Ευλογημένοι όσοι τ’ αποκτάν ευλογημένα και βοηθάνε. Όσο για τους άλλους, γιατί να τα ξέρουμε όλα; Μην ανακατευόμαστε.

Ας ήταν τα μάτια μου να μη ξαναδούν το φως της μέρας, αν ένιωθαν μιαν ακτίνα μόνο από το Φως Εκείνου. Ας ήταν τα χείλη μου να μη ξανανοίξουν, αν άνοιγαν για ένα και μόνο ωραίο να πουν. Ας ήταν η πένα μου να στερέψει, αν έγραφε, με μία της σταγόνα, μια έμπρακτη αξία στην ψυχή που παραμελούμε.

3 Σεπτεμβρίου 2015. Ξημέρωσε, ανήμερα της εορτής. Η ολονυχτία τελείωσε, ήλιος αγκάλιασε το Μοναστήρι. Πήγα στον ξενώνα να κλείσω λίγο τα μάτια μου, και να πάω μετά στη θεία λειτουργία, μα με πήρε ο ύπνος και δε πρόλαβα. «Αν είναι δυνατόν! Κοντεύει 10. Δηλαδή, αν δε κοιμόμουν τι θα πάθαινα; Είδες και τα μάτια του Αγίου ανοιχτά, κι εσύ κοιμήθηκες ψυχή», έλεγα, τρέχοντας να προλάβω τα τελευταία αντίδωρα, ενώ με σταματούσαν στο δρόμο πιστοί, «δείξτε και σε εμάς αυτό που είδατε χτες», μου έλεγαν. «Για όλους συνέβη», απαντούσα. «Τρέχω, με πήρε ο ύπνος», συμπλήρωνα. Και μετά ξεθάρρευα, μη τους αφήσω απογοητευμένους, «ελάτε κι εσείς να δείτε».

Μπήκα στον Ιερό Ναό για τα τελευταία αντίδωρα. Η εκκλησία είχε σχεδόν αδειάσει. Κοίταξα την αγία λάρνακα… Δεν έχω κάτι άλλο να πω. Δεν έχω να σχολιάσω. Δεν έχω να κρίνω ή να επιβραβεύσω. Τίποτα δεν ανήκει σε εμένα. Αν ξαναγεννιόμουν, θα ζούσα διαφορετικά από την αρχή της ζωής μου. Μπορώ όμως, να ξαναγεννηθώ μαζί με τη γένεση της νέας ημέρας που μου δίνει ο Θεός, έστω κι αν κρατώ στα χέρια μου τα… τελευταία αντίδωρα. Η καθοδήγηση του Πνευματικού μου Πατέρα Στέφανου, στάθηκε καθοριστική, «ήρθε το Μήνυμα για όλους», είπε. Και το παρουσίασα στον κόσμο, όπως το έζησα και το έγραψε η καρδιά μου, όχι η λογοτεχνική ή δημοσιογραφική μου πένα.

Με Σεβασμό κι Εκτίμηση, καταθέτω την Ομολογία μου και την εμπειρία μου αυτή. Αμήν.

Έφη Πασχάλη