Θυμάμαι από παιδί, τη βροχή να πέφτει χαρούμενη. Άπλωνα τα χέρια μου να τη μαζέψω όλη, την έβλεπα σαν θησαυρό Άνωθεν. «Μας θυμάται ο Θεός όταν βρέχει», έλεγα. Μα τώρα φοβήθηκε τον άνθρωπο η βροχή και δεν πέφτει χαρούμενη. Πόσα θαύματα αναγέννησης συμβαίνουν, όταν μια στάλα θέλησης γίνει Απόφαση, κι απλώσεις τα χέρια σου να δώσεις εσύ χαρά στη βροχή…
Ζήσε την ωραιότητα της πνευματικής ζωής, σ’ ένα σύμπαν, που η τελειότητά του υπόσχεται αρμονία στον καλό άνθρωπο. Δεν σε ορίζουν οι καταστάσεις, εσύ τις ορίζεις, με το Θεό τα βγάζεις πέρα. Νίκη, θα πει: Θεός, σύμπαν, ζωή, Πνεύμα Άγιο.
Δονούνται τα σύμπαντα στις ανάσες μας όταν προσευχόμαστε, μα κατά μία ανάσα μειώθηκες ή κατά μία ανάσα αυξήθηκες ζωή μου; Προσεύχεσαι με ψυχή ή στόμα; Και τελικά, γερνάω εγώ στο χώμα μου ή ζω στην αιωνιότητα; «Ανάσα μου, ας προλάβαινα να σε γνωρίσω πριν φύγεις, είσαι πάντα τόσο βιαστική, δεν σε προλαβαίνω. Εσύ μου δίνεις ζωή, εγώ τίποτα. Εσύ μου δίνεις οξυγόνο, εγώ τίποτα. Δική μου είσαι, τόσο δική μου, όσο και άγνωστη. Και άραγε, είσαι η ίδια που πας κι έρχεσαι στα πνευμόνια μου συνεχώς, ή μία άλλη που δεν γνωρίζεις, δεν σε γνωρίζει, δεν γνωριζόμαστε;»
Τελειώνουν οι ανάσες μου στην επίγεια ζωή μου, κι αυξάνουν ή λιγοστεύουν οι πιθανότητες της αιωνίου ζωής. Και την ευγνωμοσύνη μου ακόμη, την αποσπούν αγωνίες. «Στο πέρασμά σου, Ανάσα μου, εσύ με γεμίζεις ζωή, εγώ σε στέλνω στο άπειρο σαν κάτι ασήμαντο. Με την αδιαφορία μου μην ασχοληθείς, που τόσο δεδομένη σε έχω. Βάλε φωνή, να ξυπνήσουν, σκέψεις και πεποιθήσεις, χτύποι της καρδιάς».
Η έλλειψη της θείας ενέργειας, εξαιτίας της ανεξέλεγκτης βούλησης που την αμφισβητεί, την περιφρονεί, την αγνοεί, είναι το έσχατο της αρνητικής ενέργειας, φθόνος, έπαρση, καταστροφή, αθεΐα, αποτυχία, απελπισία. Η απουσία της θείας ενέργειας, εξαιτίας του εγωισμού, είναι το κενό, το μπέρδεμα, η άρνηση, το χάος. Δεν έχει το χάος κατεύθυνση κι επιλογές, η ψυχή έχει. Θύμωσε μαζί μου Ψυχή, ν’ ανοίξω φτερά σε μια ακτίνα φωτός, δίχως ν’ αμφιβάλλω για την όραση της πίστης και τη δική σου ύπαρξη. Η ζωή συνεχίζεται, πέρα από τη φαινομενική οπτική της διάσταση, με τρόπο που κανένας δε μπορεί να υιοθετήσει, να αντιγράψει ή να φθείρει. Η ζωή διαθέτει όλα τα μέσα να τη ζήσουμε ευχάριστα και ωφέλιμα, φτάνει να αξιοποιήσουμε αυτά τα μέσα.
Όμως, τιμώ, αγαπώ και σέβομαι την ψυχή; Ή όταν παραδοθεί η ψυχή στον Δημιουργό της, παραδοθεί αλλοιωμένη; Αναλλοίωτη η ψυχή, όταν η διάθεση για ζωή, εν Θεώ, είναι φωτεινή. Δέος στο θαυμαστό γεγονός του θανάτου, που θάνατος δεν είναι. Η ύλη μπορεί να φθείρει την κατάσταση της ψυχής, αλλά όχι την ψυχή. Γινόμαστε αυτοκαταστροφικοί. Το άμετρο πάθος για την ύλη, μας παρασύρει, η ποσότητα γέρνει τη ζυγαριά κι η αρμονία χαλάει.
Κάθε άνθρωπος, θέλει τη ζυγαριά του γεμάτη. Η ροή της ζωής διαθέτει δύο βασικά στάδια: Το υλικό και το πνευματικό. Δε μπορούμε να περνάμε μόνο το ένα, γιατί τότε ζυγίζουμε μόνο το ένα και υπολογίζουμε μόνο το ένα. Γεμίζω τη ζυγαριά μου με υλική ζωή, και δεν έχω πνευματική; Μα όταν γεμίζω τη ζυγαριά μου πνευματική ζωή, η υλική είναι δεδομένη από το Θεό για να μπορώ να ζω. Ύλη αναγκαία, και άλλοτε, περισσότερη ύλη, που χαρίζει ο Θεός στον μετρημένο άνθρωπο κοντά Του.
Είμαι ήδη στο υλικό πεδίο, δραστηριοποιούμαι, ενεργώ, υπάρχω σε αυτό το πεδίο. Τι συμφέρει λοιπόν; Αξίζει, για το εφήμερο συμφέρον, η απώλεια της αιωνίου ζωής και της επίγειας γαλήνης; Ας αναρωτηθούμε.
Έφη Πασχάλη