#Προσωπικότητες - Συνεντεύξεις

Καίτη! Από τα πρώτα μαγαζιά που έφεραν περούκες στην Ελλάδα

Συνέντευξη στην Έφη Πασχάλη 7/10/2015

Η ζωή και το έργο μίας δυναμικής Κυρίας, που «πέρασαν από τα χέρια της όλοι οι Καλλιτέχνες». Η αθέατη πλευρά της και τα μυστικά της επιτυχίας της. Κατερίνα, και… για τους φίλους, «η Καίτη». Μία ακόμη συνέντευξη Δημιουργικής Σταδιοδρομίας, που μας διδάσκει τη δύναμη εμπράκτως.

Είστε από τις παλαιότερες που ξεκίνησαν μαγαζί με περούκες. Πως σας ήρθε η ιδέα;

Μάθαινα κομμώτρια. Στο κομμωτήριο που ήμουν, ο κύριος ‘’αυτός”, ήξερε κι έκανε περούκες και μου έμαθε πάρα πολλά. Τότε δεν ήταν διαδεδομένη η περούκα κι ήταν ντροπή να φοράς. Φορούσαν αυτοί που δεν είχανε μαλλιά εξαιτίας κάποιας πάθησης, και το κρύβανε. Ως εκ τούτου, ήταν πολύ δύσκολο να πουλάς περούκες.

Όταν άνοιξα δικό μου μαγαζί, κομμωτήριο, είχε έρθει μία κοπέλα τουρίστρια με ένα μαλλί μέχρι τη μέση, και μου λέει, «ήρθα να κόψω τα μαλλιά μου». Μόλις είδα εγώ αυτό το μαλλί το λαμπερό και το μακρύ, τρελάθηκα, και της λέω, «είναι δυνατόν να κόψουμε αυτά τα μαλλιά;» Και κάνει έτσι και βγάζει την περούκα της, κι από μέσα είχε ένα μαλλάκι μέτριο που ήθελε λίγο να το διορθώσουμε, να το κόψουμε. Εγώ νόμιζα ότι ήθελε να κόψει τα μαλλιά που είδα. Αυτό όμως ήταν περούκα και δεν φαινόταν καθόλου. Έτσι ξεκίνησα κι εγώ τα πρώτα μου βήματα, να το δουλεύω στο μυαλό μου να κάνω περούκες.

Τον καιρό εκείνο, υπήρχαν γνωστά καταστήματα με περούκες;

Βέβαια. Υπήρχε ένα μεγάλο κατάστημα, μεγάλο όνομα, παλιό, που έκανε και στα θέατρα. Μετά είχε αναλάβει ο “γιος”. Πολύ καλό μαγαζί. Όταν έλεγες για περούκα, έπιανε κάποια το κεφάλι κι έλεγε “α πα πα, εγώ δεν είμαι φαλακρή”. Ήτανε ντροπή να φοράς περούκα, γι’ αυτό στις αρχές της καριέρας μου, το έβλεπα πολύ δύσκολο αυτό το επάγγελμα. Αλλά όταν άρχισε η περούκα να μπαίνει στη ζωή των Ελλήνων, κι αυτό έχει σημασία, όταν άρχισε να γίνεται της μόδας στην Ελλάδα και πρώτα στην Αθήνα φυσικά, “γύρισα” το κομμωτήριο κι έφτιαχνα και περούκες. Είχα όμως στο μαγαζί και βαφές, μανικιούρ και πεντικιούρ.

Από που αγοράζατε περούκες;

Πήγα στο Λονδίνο. Έφερνα από το Λονδίνο πολλές περούκες, κι ενώ τις έφτιαχναν στη Σιγκαπούρη, ήταν πιο φτηνά να τις παίρνεις από το Λονδίνο παρά από τη Σιγκαπούρη. Είχαν μια σύμβαση οι Εγγλέζοι τότε με τις χώρες αυτές. Έτσι ξεκίνησα. Πολύ ωραία κομμάτια, καλή συναλλαγή. Και ξεκίνησα ένα μαγαζί σχεδόν από τα πρώτα, το 1966, στο κέντρο της Αθήνας, με αποτέλεσμα να’ ρχονται από μακρινές περιοχές, Γλυφάδα, Κηφισιά, Ελευσίνα, Θήβα, για να φτιάξουν τα μαλλιά τους. Τότε ήτανε τρία, τέσσερα, πέντε το πολύ, τα καλά μαγαζιά. Σκέψου, παίρνανε το αυτοκίνητο από τη Θεσσαλονίκη κι ερχόντουσαν σε εμένα να τους χτενίσω και να τους κουρέψω.

Και καλλιτέχνες;

Πέρασαν όλοι από τα χέρια μου, όλοι.

Υπήρχε κακός ανταγωνισμός;

Όχι, όχι, όχι.

Η διαφήμιση πως γινότανε;

Από άτομο σε άτομο.

Ήταν καλός αυτός ο τρόπος διαφήμισης;

Ε βέβαια, γιατί ο άλλος έβλεπε το κεφάλι στις κυρίες και… «αχ τι ωραίο, πού τα φτιάξατε;» Τότε ήταν πολύ ακριβά και δεν ήταν διαδεδομένη η διαφήμιση. Αλλά όταν η άλλη πήγαινε κάπου κι έβλεπε ένα κεφάλι ωραίο, τη ρωτούσε, «που τα έκοψες».

Δεν ήταν λίγο χρονοβόρο να περιμένετε τον πελάτη με αυτό τον τρόπο;

Όχι, όχι, είχα πάρα πολύ δουλειά, γιατί δεν είχε πολλά κομμωτήρια και δεν πήγαινε πολύς κόσμος στα κομμωτήρια. Ήταν δύσκολο, δεν είχαν χρήματα οι άνθρωποι να φάνε, θα πηγαίναν κομμωτήριο; Ήταν δύσκολη εποχή.

Άρα ερχόντουσαν κι ευκατάστατα άτομα;

Ναι, πολλά ευκατάστατα. Υπήρχαν κυρίες που ερχόντουσαν κάθε Σάββατο ή κάθε Παρασκευή να χτενιστούν για να είναι εμφανίσιμες το βράδυ. Οι άλλοι όχι. Ή θα πήγαινε μία να κόψει τα μαλλιά αλλά όχι να τα χτενίσει. Ή θα ερχόντουσαν γιατί παντρεύαν το παιδί τους, το αρραβωνιάζαν ή το βαπτίζαν. Τώρα πηγαίνουν όλοι. Όλοι, όλοι, όλοι.

Θέλατε λοιπόν αυτή τη δουλειά, τη νιώθατε.

Το ήθελα πάρα πολύ. Μου άρεσε αυτή η δουλειά.

Ιδιορρυθμίες στις πελάτισσες;

Οι πελάτισσες οι σπουδαίες, φέρνανε και την περούκα τους μαζί. Επειδή ήτανε ιδιότροπες πολλές και… «όχι έτσι τα μαλλιά μου, όχι αλλιώς», προτιμούσα να κάνω την περούκα που “δεν μιλούσε”. Όταν ερχότανε η πελάτισσα με την περούκα, εγώ προτιμούσα την περούκα αντί την πελάτισσα. Προτιμούσα δηλαδή να χτενίσω την περούκα, παρά να χτενίσω την κυρία, και την κυρία την παίρναν οι άλλες κοπέλες του καταστήματος. Κυρίως αυτές που κάνανε ταξίδια, πηγαίνοντας στο ταξίδι δεν ήταν εύκολο να βρουν κομμωτήριο να φτιάξουν τα μαλλιά τους και να καλλωπιστούν, μήτε είχαν χρόνο εκεί. Δε θέλανε να διαθέσουν αυτή τη μισή ώρα στο κομμωτήριο και να αφήσουν τα άλλα που θέλανε να δουν, να πάνε για παράδειγμα σε ένα μουσείο ή σε ένα θέατρο. Οπότε παίρνανε και την περούκα μαζί. Τη φτιάχνανε, και τη φορούσαν όταν θέλαν να πάνε κάπου και να είναι εμφανίσιμες.

‘’Η περούκα που δεν μιλούσε…’’ Είχατε δηλαδή και προσωπικό.

Ναι βέβαια.

Η Κατερίνα όμως, ή η Καίτη όπως σας ξέρουνε πολλοί, έκανε και πολλά ταξίδια.

Πάρα πολλά!

Υπήρχε χρόνος για τόσα ταξίδια, με ένα κομμωτήριο που είχε τόσες ευθύνες;

Πάντα βρίσκεις χρόνο. Ήθελα να ταξιδεύω, μου άρεσε πάρα πολύ, με αποτέλεσμα, όταν μεγάλωσαν κατά κάποιον τρόπο τα παιδιά μου, τα έπαιρνα και πηγαίναμε. Πήγαμε για παράδειγμα Βενετία, μείναμε εκεί αρκετές ημέρες, μετά πήγαμε Γαλλία, μείναμε κι εκεί, γυρίσαμε όλα τα αξιοθέατα, κι από κει πήγαμε στην Αγγλία και γυρίσαμε στην Ελλάδα, ένα από τα ταξίδια μας.

Παρακολουθούσατε στα ταξίδια σας τη μόδα; Τα συνδυάζατε αυτά τα δύο;

Ασφαλώς.

Είχε γίνει δηλαδή τρόπος ζωής για εσάς.

Ασφαλώς.

Ο γάμος ήρθε αφότου ανοίξατε το κομμωτήριο, έτσι;

Παντρεύτηκα το 1967. Είχα αφήσει τους υπαλλήλους στο μαγαζί και πήγαμε στο Παρίσι και παντρευτήκαμε.

Παρίσι;
Εδώ τα οικονομικά μου δεν ήτανε ανθηρά για να κάνω τον γάμο που ήθελα. Ήθελα όπως έβλεπα τις φίλες μου, να κάνω κι εγώ έναν παρόμοιο γάμο. Εδώ μας ζήτησαν πάρα πολλά λεφτά για την κατηγορία του γάμου που θα κάναμε, και μου λέει άντρας μου: «Πάμε στο Παρίσι; Ο Αρχιεπίσκοπος είναι οικογενειακός μας φίλος».

Ο αρχιεπίσκοπος ήταν Έλληνας;

Ναι Έλληνας, στην ελληνική εκκλησία στον Άγιο Στέφανο. Και πράγματι, μόλις το άκουσα εγώ, ενθουσιάστηκα. Πήρε ο άντρας μου τηλέφωνο και μας είπε ο αρχιεπίσκοπος, «ελάτε». Πήραμε το τρένο και πήγαμε. Κάναμε έναν πολύ ωραίο γάμο, “εμείς κι εμείς”.

Είχατε συγγενείς στο Παρίσι;

Είχα συγγενείς αλλά στη Μασσαλία, όχι στο Παρίσι.

Για να πλεύσουμε και λίγο πιο ρομαντικά… Νυφικό;

Δεν ήθελα να φορώ νυφικό απ’ τη στιγμή που είμαστε τρία άτομα, κι έτσι πήρα ένα μίντι καπυσόν με κουκούλα και γουνάκι, αυτό ήταν το νυφικό μου. Και το πήρα από μία μπουτίκ που δεν μ’ αφήνανε να φύγω! Μάλιστα, την ώρα του μυστηρίου, είδα ότι τα λουλούδια μου δεν είχανε κορδέλα, γιατί, καθ’ οδόν, τρέχαμε και βρήκαμε ένα ανθοπωλείο, μπήκαμε μέσα κι εγώ τους ζητούσα “μιγκέ”. Αλλά ποιός ξέρει τι προφορά είχα και δεν καταλάβαιναν τι λέω! Τα μιγκέ είναι κάτι ψηλά λουλουδάκια, ήταν πολύ της μόδας τότε, κρατούσανε μιγκέ όλες οι νύφες. Κι αφού δεν είχε, βλέπω ένα βάζο με άσπρες πασχαλιές, τα αρπάζω και της λέω, «αυτά». Τα πληρώνουμε και φεύγουμε. Αλλά όταν γινόταν το μυστήριο, όπως κρατούσα εγώ τα κοτσάνια με τις πασχαλιές, είδα ότι δεν έχουνε κορδέλα. Και λέω στον άντρα μου, “η ανθοδέσμη δεν έχει κορδέλα”. Τότε, πιάνει την κορδέλα που ήταν δεμένο το κουτί από τα στέφανα, κι εκείνος κρατούσε την ανθοδέσμη, εγώ την έδενα με το κορδελάκι κι ο παπάς έψελνε.

Μετά πήγαμε σε μία ταβερνούλα. Ο κουμπάρος κερνάει όλα τα τραπεζάκια με σαμπάνια κι εγώ κερνάω κουφέτα. Περάσαμε πάρα πολύ ωραία, γιατί σηκωθήκανε όλοι οι Γάλλοι να μας ευχηθούν. Και τρέχαμε με το σύζυγο, κι ανεβαίναμε πάνω στα αγάλματα και τραγουδούσαμε και πηδούσαμε κάτω… ήμουν τρελά ερωτευμένη με τον άντρα μου.

Μιλάμε για το ’67 τώρα, δικτατορία.

13 Ιανουαρίου έγινε ο γάμος και 21 Απριλίου η δικτατορία.

Ένα φρέσκο μαγαζί λοιπόν, κι ένας γάμος με τρία άτομα, αλλά όπως τον θέλατε!
Και χωρίς λεφτά ε;

Ξεκίνησαν δυσκολίες; Οι γάμοι σήμερα διαλύονται, πιο πολύ επειδή δεν υπάρχουν χρήματα, κι εξαιτίας τους ταράζεται η εσωτερική γαλήνη. Σύμφωνα με τη Δημιουργική Σταδιοδρομία, που σημαίνει, «εξελίσσω τη ζωή μου», τι ψυχική δύναμη χρειάστηκε σε εσάς;

Επειδή ήμουν νιόπαντρη, έβλεπα την κατάσταση αλλά δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ.

Νιώθατε προφανώς ωραία με τον εαυτό σας, κι αυτό είναι σημαντικό.

Ναι, και δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ! Κοιτούσα να φτιάξω το σπιτικό μου. Αλλά όταν γυρίσαμε από το Παρίσι κι επειδή ο γάμος έγινε ξαφνικά, δεν πρόλαβα να ετοιμαστώ και δεν είχα να στρώσω στο κρεβάτι μου σεντόνι, παρά ένα μονό σεντόνι σε διπλό κρεβάτι. Τότε κατάλαβα ότι ο γάμος δεν είναι μόνο αγάπες και λουλούδια. Είναι και το σπίτι, είναι και τα πράγματα, είναι και τα αντικείμενα. Συνοδεύεται με πολλά πράγματα ο γάμος. Έβαλα τα κλάματα, και μου λέει ο κουνιάδος μου, «μην ανησυχείς, είσαι τόσο έξυπνη, δραστήρια κι εργατική, που θα κάνεις πολύ περισσότερα». Και όντως, έτσι έγινε. Πέρασα πολύ δύσκολα, μα έγινα τελικά αυτή που έγινα. Αλλά ακόμη και σήμερα που έχω πάρει του κόσμου τα σεντόνια, όταν δω σεντόνι, θα το πάρω νομίζοντας ότι μου λείπει, ή τραπεζομάντιλο. Δε μπορώ να αποβάλω αυτή τη “στέρηση”.


(Με κοιτούσε βαθιά στα μάτια. Αυτή ήταν η εποχή της, που της δίδαξε πολλά, κι εκείνη στάθηκε αγωνίστρια).

Είχατε από κάπου βοήθεια για το σπιτικό σας;

Οι πελάτισσες, ήτανε οι καλύτερες μητέρες για εμένα κι οι καλύτερες αδερφές, γιατί μου συμπαραστάθηκαν πάρα πάρα πολύ. Οι μικρότερες ήταν αδερφές κι οι μεγαλύτερες ήταν μητέρες. Με συμβούλευαν, με βοηθούσαν. Εγώ δεν ήξερα να βράσω αυγό. Μου μάθαιναν μαγειρική, πως να κάνω τα ασημικά μου, τα πάντα. Εγώ είχα μεσάνυχτα. Δούλευα. Από μικρή μπήκα στη δουλειά. Πού να τα μάθω; Κι ό,τι έμαθα, από το μαγαζί. Το μαγαζί μου ήταν το μεγαλύτερο σχολείο για εμένα, αλλά και σαν Κομμωτήριο και σαν Περούκες.

Τώρα οι πελάτισσες έχουν το χαρακτήρα των παλιών;

Όχι. Δεν είναι η πελάτισσα σε εκείνη τη μικρή κλειστή κοινωνία. Τώρα δεν γνωρίζει ο διπλανός τον διπλανό. Τότε ήμασταν όλοι γνωστοί, ακόμη και τα περίχωρα.

Τι νομίζετε ότι φταίει;

Φταίει η πολυκατοικία. Η πολυκατοικία έχει καταστρέψει τις σχέσεις των ανθρώπων.

Αυτό όμως κυρίως έγινε…

Με τη χούντα.

Η πελάτισσα του “τότε”, στο σήμερα.

Τότε τις είχα στο κομμωτήριο να τις κόψω τα μαλλιά και να τις χτενίσω. Τώρα μεγάλωσαν και παίρνουν περούκα, γιατί μεγαλώνοντας το άτομο πέφτουν τα μαλλιά, ή από την πληθώρα καρκίνου.

Τότε, περούκα για τον καλλωπισμό, τώρα περούκα από το άγχος. Άλλαξε δηλαδή ο ρόλος της περούκας.

Ακριβώς. Τότε τη φορούσαν για να κάνουν μία διαφορετική εμφάνιση. Αντί να βάψουν τα μαλλιά, έπαιρναν μία ξανθιά περούκα, ή αντί να βάψουν τα μαλλιά σκούρα, έπαιρναν μία σκούρα περούκα.

Ο λόγος που παίρνει κάποιος την περούκα, επηρεάζει την ψυχολογία του ανθρώπου που την πουλάει;

Πολύ. Εμένα προσωπικά, με έχει επηρεάσει πάρα πάρα πολύ, διότι δεν ήτανε μόνο οι μεγάλοι άνθρωποι, ήταν και τα παιδάκια, τα οποία τώρα το ξεπέρασαν βέβαια και δε φοράν ή φοράν ένα σκουφάκι. Πρώτα, παίρναν οι γονείς την καλύτερη περούκα για το παιδί τους, η οποία θεραπεία ήτανε ώσπου να ξαναβγούν τα μαλλιά, λίγος καιρός. Δε χρειαζόταν λοιπόν τόσο ακριβή περούκα, αλλά ο γονιός για το παιδί του έκανε τα πάντα. Αν ήταν δυνατόν να πουλήσει τα πάντα για να γίνει το παιδί του καλά, θα το έκανε.

Ένα μήνυμα για τους νέους.

Τα παιδιά να μην φοβούνται τη δουλειά. Και η ζωή έχει τα άνω και τα κάτω. Είκοσι χρόνια σε πάει επάνω, είκοσι χρόνια σε πάει κάτω. Είκοσι χρόνια άνοδος, είκοσι χρόνια κάθοδος, και πάλι απ’ την αρχή. Και το καλό είναι, η άνοδος να είναι στα γεράματα, γιατί άλλοι που ήτανε στα επάνω, πέθαναν στα κάτω. Αυτή είναι η ζωή, έτσι είναι η ζωή. Δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει. Γι’ αυτό πρέπει να κάνεις υπομονή. Υπομονή, δραστηριότητα, εργατικότητα και πάνω από όλα αξιοπρέπεια. Να σέβεσαι τον εαυτό σου και τους γύρω σου και να μην περιμένεις από τους άλλους.

Πως μπορούνε τα νέα παιδιά να ξεκινήσουν σήμερα δική τους εργασία, όταν όλες οι εισφορές των φόρων έχουν ανέβει στα ύψη;

Τόλμη κι εργατικότητα.

Ρίσκο;
Όχι. Τόλμη. Η ζωή θέλει τόλμη και όχι να κουράζεσαι.

Τι σημαίνει “όχι να κουράζεσαι;“

Βλέπω πολλές, «αχ δε μπορώ, είμαι κουρασμένη». Αυτό δεν το ξέρω εγώ. Τι θα πει, «είμαι κουρασμένη;» Τώρα να μου πεις, «πάμε εκδρομή», και να μην έχω λεφτά, θα πάω με τα πόδια. Τόλμησα, χωρίς να’ χω δεκάρα στην τσέπη μου. Ήμουν υπάλληλος, δούλευα μα δεν είχα μισθό, απ’ τα πουρμπουάρ ό,τι έπαιρνα! Μετά με είχανε με κουπονάκι, κι όσα χτενίσματα έφτιαχνα στο μαγαζί, έπαιρνα λιγότερο από το μισό. Κι όμως τόλμησα κι έκανα δικό μου μαγαζί. Βρήκα, έφτιαξα, ήμουν και λίγο τυχερή, ίσως γιατί όλο τον κόσμο τον αγαπούσα και μ’ αγαπούσε, με βοήθησαν πάρα πολύ, μα πάρα πολύ, πελάτισσες και φίλες. Άνοιξα μαγαζί χωρίς να το καταλάβω. Άλλη μου βρήκε το μαγαζί, άλλη μου βρήκε τα έπιπλα, άλλη πήγε και μου αγόρασε τις κουρτίνες, άλλη μου το καθάρισε, και χωρίς να το καταλάβω είχα το ωραιότερο μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας.

Σήμερα, τι σας “άφησε” η περούκα;

Εκείνο που μου άφησε η περούκα είναι η προσωπική επαφή με τους ανθρώπους, το μεγαλύτερο σχολείο. Πολλές φορές, ερχόντουσαν στο μαγαζί άτομα μορφωμένα, κι ερχόντουσαν κι από χωριό άτομα αμόρφωτα, και μιλούσανε κατ’ αυτόν τον τρόπο, που μπέρδευες ποιος ήταν ο μορφωμένος και ποιος ο αμόρφωτος.

Δηλαδή ο μορφωμένος θα μπορούσε να μιλήσει αμόρφωτα κι ο αμόρφωτος μορφωμένα; Ναι. Το έζησα.

Άρα, δεν συμβάλλει τόσο η γραμματειακή μόρφωση στη συμπεριφορά. Το σχολείο δίνει πτυχία. Το σπίτι δίνει αγωγή.

(Η αλήθεια της ένωνε με την αξιοπρέπεια, και συχνά τόνιζε πως μου έδινε τη συνέντευξη μόνο για έναν λόγο: Για το Σμαράγδι, (η πρώτη μου ιστοσελίδα), τους νέους και τον κόσμο, όχι για εκείνη!

Εάν τώρα ξεκινούσατε από την αρχή, θα επιλέγατε πάλι την ίδια πορεία;

Αυτό το ξέρει η ζωή.

Τη ζωή όμως την κινήσατε εσείς, με την τόλμη.

Συν Αθηνά και χείρα κίνει. Πολλές φορές η ζωή σε πάει όπου θέλει.

Τότε ποιός ο λόγος να αγωνίζεσαι;

Θα βρεις τρόπο. Θα σε πάει εκεί που θέλει, ό,τι και να κάνεις.

Αν δηλαδή αγωνίζεσαι καλά, θα σε πάει καλά;

Ε βέβαια. Δεν είπαμε συν Αθηνά και χείρα κίνει; Όχι μαρμαρωμένη και περίμενε. Αλλά η ζωή στα φέρνει. Κερδίζεις ένα λαχείο και γίνεσαι από το τίποτα!

Μετανιώσατε για κάτι στη ζωή σας;

Όχι.

Η προσωπική ευτυχία σας έδινε φτερά να πετάξετε πιο πολύ;

Αυτό που τολμώ να πω, ήτανε η στήριξη του αγαπημένου μου, και μετέπειτα, άντρα μου.

“Προσοχή” στην προσωπική ζωή λοιπόν…

Δε μπορείς να ξέρεις τι σου επιφυλάσσει αργότερα, αλλά να είναι φιλόδοξος ο άνθρωπος. Όταν δεν είναι φιλόδοξος, ό,τι και να κάνει, δεν πάει μπροστά. Αλλά στο ζευγάρι, δεν μπορεί να είναι και οι δύο αισιόδοξοι…

Ο φιλόδοξος όμως, δεν επηρεάζεται από το ταίρι του εάν δεν είναι τόσο φιλόδοξο;

Προσπαθεί να κουμαντάρει, έτσι ώστε να μην του δείχνει ότι εκείνος είναι απαισιόδοξος, ενώ αυτός είναι αισιόδοξος. Γιατί τότε δεν θα πάνε καλά. Να θεωρεί δεδομένο τον εαυτό του ότι είναι αυτός δραστήριος, και να μην περιμένει από τον άλλον.

Ο άντρας σας ήταν αισιόδοξος;

Ο άντρας μου με βοήθησε στο μαγαζί. Ήτανε δραστήριος κι αισιόδοξος, αλλά μόνο για εμένα, όχι για τον εαυτό του. Εκείνος, για να τολμήσει να κάνει κάτι, δεν το έκανε. Να παρακινήσει όμως εμένα, είχε το θάρρος πιο πολύ.

Τι έχετε να πείτε για ανθρώπους που ένιωσαν να περνάει η ζωή τους αναξιοποίητη;

Ποτέ δεν είναι αργά. Μεγαλώνοντας, μαθαίνεις πολλά πράγματα και η ζωή σε κάνει να αλλάζεις. Κι εγώ τράβηξα πάρα πολλά στη ζωή μου και ειδικότερα με πολλά ατυχήματα.

Η αθέατη πλευρά… απανωτά ατυχήματα;

Χτένισα περούκα ακόμη και στο Νοσοκομείο. Κι από το πρωί ως το βράδυ, επί μερόνυχτα εκεί μέσα, έκανα πρόγραμμα για το τι θα κάνω στο αγαπημένο μου κτήμα, όταν βγω, και πως θα το διαμορφώσω. Και έτσι πέρασα δυόμιση μήνες χωρίς να καταλάβω. Η ζωή συνεχίζεται. Δεν θα μένεις στο παρελθόν.

Σε σχέσεις που φαίνονται από την αρχή τα αρνητικά τους, είναι καλό να διακόπτουν πριν γίνουν οι γάμοι;

Σίγουρα, σίγουρα σίγουρα. Όμως το παν σε μία σχέση είναι ο διάλογος. Δεν υπάρχει διάλογος; Τέρμα. Όταν έχεις διάλογο, υποτίθεται ότι έχεις και σεβασμό. Αφήνεις τον άλλο να σου πει αυτά που θέλει, και λες κι εσύ αυτά που θέλεις. Να λες εσύ, να λέει κι εκείνος.

Η γυναίκα ειδικότερα, τα δίνει όλα, κι έρχεται ένα πρωί που ο άντρας της λέει, “ξέχασα να σου πω, χωρίζουμε”.

Αυτό είναι το λάθος της. Πάντα θα κρατάς κάτι μέσα σου. Δεν έφυγε γιατί έφυγε, ήταν από καιρό να φύγει! Η γυναίκα δεν θα είναι κλειστή στο σπίτι. Όχι ο άντρας για καφέ κι εκείνη να κάθεται σπίτι. Ήμουνα σεμνή και τίμια, κι αυτό το έβλεπε ο άντρας μου. Αλλά, άλλο σεμνή, κι άλλο το “σήκω σήκω, κάτσε κάτσε”. Είχα την προσωπικότητά μου. Ήμουν εντάξει απέναντί του, ήμουν εντάξει στον εαυτό μου. Αλλά αν ο άντρας δεν φέρεται σωστά, ‘’μία σου και μία μου”. Δε γίνεται αλλιώς. Οι άντρες δε θέλουν αδύναμες γυναίκες, θέλουν δυναμικές.

Πως νιώθετε που μου μιλάτε;

Είμαι υπερήφανη για την Έφη που γνώρισα. Τίποτε άλλο.

Αυτό πως θα το γράψω; Δε μπορώ.

Θα το γράψεις. Αυτό, τα λέει όλα!